Δεν αλλάζει το βιοτικό επίπεδο μετά τη διάσταση
Οι μηνιαίες ανάγκες του ανηλίκου, προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του με βάση τις οικονομικές δυνάμεις των γονέων του και ανταποκρίνονται στα απαραίτητα έξοδα για τη διατροφή, ψυχαγωγία, ένδυση, μόρφωση και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Η συνεισφορά της μητέρας με την προσφορά εργασίας και απασχόλησή της για την περιποίηση, φροντίδα και φύλαξη του ανηλίκου είναι αποτιμητή σε χρήμα, όπως και οι οικονομικές δυνάμεις που διαθέτει.
Ένα παρεχόμενο υψηλό επίπεδο ζωής στο ανήλικο τέκνο κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης παραμένει υψηλό και μετά τη διακοπή της κοινής ζωής των συζύγων.
Ως οικονομικές δυνάμεις των γονέων λαμβάνονται υπ’ όψιν ο μισθός από την εργασία τους, η οποιαδήποτε ακίνητη περιουσία που διαθέτουν, ακόμη και αν αυτή είναι απρόσοδη, αλλά και τα χρήματα που έχουν την δυνατότητα ευκόλως να κερδίσουν, σύμφωνα με τις δυνατότητες και τα προσόντα του καθενός.
Το ύψος της διατροφής είναι συνάρτηση των αναγκών του ανηλίκου και των συνθηκών διαβίωσης αυτού μέχρι τη διάσταση. Το ποσό συνεισφοράς κάθε γονέα στη διατροφή υπολογίζεται με βάση τις μηνιαίες ανάγκες του τέκνου και των εισοδημάτων των γονέων.
Η συνολική αποτίμηση των αποδοχών των συζύγων και η αναλογική τους συμμετοχή μέχρι τη συμπλήρωση του ορισθέντος ποσού διατροφής, είναι ο συνηθέστερος τρόπος υπολογισμού στην έκδοση δικαστικών αποφάσεων.
Υπόχρεοι διατροφής
Υπόχρεοι διατροφής κατά σειρά με βάση την εγγύτητα του συγγενικού δεσμού είναι:
Α. ο/η σύζυγος έστω και εάν είναι διαζευγμένος εφόσον υπάρχει υποχρέωση διατροφής μετά το διαζύγιο
Β. οι κατιόντες έναντι των ανιόντων κατά την σειρά της εξ αδιαθέτου διαδοχής
Γ. οι ανιόντες έναντι των άγαμων τέκνων τους κατά την διάρκεια της ανηλικότητας καθώς και οι αδελφοί έναντι των αδελφών ενώ ειδική περίπτωση αποτελούν η διατροφή κατά την διάσταση και μετά το διαζύγιο ή την ακύρωση του γάμου και η διατροφή τέκνου γεννημένου χωρίς γάμο, πριν από την αναγνώριση καθώς και η διατροφή της άγαμης μητέρας.
Για την θεμελίωση της αξίωσης διατροφής απαιτείται είτε ο δικαιούχος της διατροφής σύζυγος να διέκοψε ο ίδιος την έγγαμη συμβίωση για εύλογη αιτία (1391παρ. 1ΑΚ) είτε η διακοπή να επήλθε από την πλευρά του υπόχρεου για διατροφή συζύγου (ΑΠ 1217/2007).
Εύλογη αιτία είναι κάθε γεγονός που μπορεί να δικαιολογήσει τη διάσπαση της συμβίωσης.
Η εύλογη αιτία μπορεί να οφείλεται σε υπαιτιότητα οποιουδήποτε ή και των δύο συζύγων.
Το τέκνο δικαιούται διατροφή από τους ανιόντες του (γονείς ή παππούδες) μέχρι την ενηλικίωση του όμως και μετά από αυτήν, εάν φοιτά ή σπουδάζει στα πλαίσια Τριτοβάθμιας ή επαγγελματικής εκπαίδευσης εφόσον λόγω των σπουδών του δεν δύναται να εργασθεί και εάν δεν διαθέτει προσωπική περιουσία ικανή για την κάλυψη των αναγκών διατροφής του.
Ο γονέας ο ποίος έχει την επιμέλεια του ανήλικου τέκνου του δύναται να συνυπολογίσει οτιδήποτε συνδέεται με την πραγματική διάθεση των χρημάτων για τις ανάγκες του τέκνου, καθώς και την προσφορά προσωπικών υπηρεσιών για την φροντίδα του, οι οποίες ανάγκες είναι αποτιμητές σε χρήμα καθώς και άλλες παροχές σε είδος προς αυτό, η αποτίμηση των οποίων μπορεί να υπολογισθεί στην υποχρέωση του για την διατροφή του τέκνου.
Η παράλειψη διατροφής από τον υπόχρεο γονέα είτε έχει προσδιορισθεί με ιδιωτικό συμφωνητικό και έχει επικυρωθεί με δικαστική απόφαση στα πλαίσια συναινετικής επίλυσης ή στα πλαίσια συναινετικού διαζυγίου, είτε έχει προσδιορισθεί με δικαστική απόφαση μετά από αντιδικία, τηρείται από τον Ποινικό Κώδικα, όπου ορίζεται τα αδίκημα της «παραβίασης απόφασης διατροφής».
Ειδικότερα, κατά την διάταξη του άρθρου 358 ΠΚ όποιος κακόβουλα παραβιάζει την υποχρέωση διατροφής, που του την έχει επιβάλλει ο νόμος και έχει αναγνωρισθεί, έστω και προσωρινά από το δικαστήριο, με τέτοιο τρόπο ώστε ο δικαιούχος να υποστεί στερήσεις ή να αναγκασθεί να δεχθεί βοήθεια άλλων, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι ενός έτους.
Η διεκδίκηση κατά του υπόχρεου γονέα για την καταβολή οφειλόμενης διατροφής δύναται να επιδιωχθεί με κατάσχεση κινητής ή ακίνητης περιουσίας αλλά και με κατάσχεση σε βάρος του μισθού του υπόχρεου και έως το ήμισυ αυτού. Πρέπει να σημειωθεί ότι δεν υφίσταται νομοθετική πρόβλεψη απαλλαγής του υπόχρεου από την υποχρέωση διατροφής εξ’ αιτίας της επίκλησης ή ότι αυτός είναι άνεργος ή ότι αποκομίζει ελάχιστα χρήματα από την εργασία του.