Λόγοι ακυρότητας ιδιόγραφης και δημόσιας διαθήκης
Από τις διατάξεις των άρθρων 1718, 1721 και 180 ΑΚ προκύπτει ότι η ιδιόγραφη διαθήκη, η οποία δεν έχει γραφεί ολόκληρη, χρονολογηθεί και υπογραφεί με το χέρι του διαθέτη, αλλά με το χέρι άλλου προσώπου είναι άκυρη.
Την ακυρότητα αυτής μπορεί να προτείνει καθένας που έχει έννομο συμφέρον με αναγνωριστική αγωγή και όχι μόνο ο κληρονόμος, διότι η αγωγή δεν είναι προσωποπαγής, όπως είναι η αγωγή του άρθρου 1787 ΑΚ για ακύρωση ακυρώσιμης διαθήκης για κάποιους από τους λόγους των άρθρων 1782-1786 ΑΚ, δηλαδή για λόγους απειλής, δόλου, πλάνης, απειλής (ΑΠ 1591/97).
Έννομο συμφέρον για άσκηση αναγνωριστικής αγωγής ακύρωσης διαθήκης έχει και ο δανειστής του εξ αδιαθέτου κληρονόμου, όταν αυτός δεν ασκεί τα δικαιώματα του, οπότε ο δανειστής ασκεί πλαγιαστική αγωγή του άρθρου 72 ΚΠολΔ.
Η δήλωση για την αποδοχή της κληρονομίας είναι μονομερής δικαιοπραξία, δεν έχει ανάγκη ανακοίνωσης σε άλλον, τελειούται με τη δήλωση και υπόκειται σε ανάκληση. Η δήλωση αυτή όμως είναι άκυρη:
α. αν έγινε από ανίκανο για δικαιοπραξία χωρίς να τηρηθούν οι νόμιμες για αυτόν διατυπώσεις
β. αν έγινε από πλάνη για τον λόγο της επαγωγής
γ. αν έγινε πριν από την επαγωγή
δ. αν έγινε με αίρεση ή προθεσμία ή μερικώς,
ενώ ακόμη μπορεί να ακυρωθεί για πλάνη, απάτη, απειλή, βάσει των διατάξεων που ισχύουν γενικώς για τις δικαιοπραξίες (άρθρα 1526, 1527, 1625, 1851, 1857, 140 επ., 150 επ. ΑΚ), ενώ η σχετική δήλωση για την αποδοχή της κληρονομιάς μπορεί επίσης να προσβληθεί και για εικονικότητα αυτής.
Όμως η ακυρότητα διαθήκης ιδιόγραφης που είναι πλαστή, γιατί δεν έχει γραφεί με το χέρι του διαθέτη ως αιτία επαγωγής κληρονομίας, καίτοι δεν συνεπάγεται αυτοδικαίως στο πλαίσιο της διάταξης του άρθρου 180 ΑΚ και την ακυρότητα της αποδοχής κληρονομίας που επήχθη με την ίδια διαθήκη, εντούτοις, εφόσον η ίδια πλαστή διαθήκη θεωρείται ως μηδέποτε συνταχθείσα κατ’ άρθρο 180 του ΑΚ, η αποδοχή της κληρονομίας δεν επέφερε τα έννομα αποτελέσματά της και η εκ διαθήκης διαδοχή και επαγωγή ανατρέπονται αναδρομικά, επέρχεται δε η εκ του νόμου εξ αδιαθέτου κληρονομική διαδοχή (1710 ΑΚ) και στους εξ αδιαθέτου κληρονόμους του διαθέτη επάγεται αναδρομικά η κληρονομία από τον χρόνο του θανάτου του διαθέτη.
Η αποδοχή της κληρονομίας εκ μέρους κληρονόμου, δυνάμει άκυρης ιδιόγραφης διαθήκης, δεν προσπορίζει στον δηλούντα την αποδοχή το ανύπαρκτο κληρονομικό δικαίωμα και η τυχόν περαιτέρω συμβατική μεταβίβαση του ίδιου κληρονομιαίου ακινήτου σε τρίτο δεν μετάγει στον αντισυμβαλλόμενο το ανύπαρκτο κληρονομικό δικαίωμα, το οποίο δεν είχε αποκτήσει ο μεταβιβάζων. Ο θιγόμενος από τις πράξεις αυτές στο κληρονομικό του δικαίωμα εξ αδιαθέτου κληρονόμος, νομιμοποιείται να ασκήσει την περί κλήρου αγωγή και να ζητήσει δικαστικά την αναγνώριση του ότι η αποδοχή της κληρονομίας εκ της άκυρης διαθήκης και η περαιτέρω μεταβίβαση του κληρονομιαίου ακινήτου είναι ανίσχυρες ως προς αυτόν κατά το μέρος που συμπεριλαμβάνουν το δικό του εξ αδιαθέτου κληρονομικό μερίδιο, ακόμα κι αν ο ίδιος δεν έχει αποκτήσει την κυριότητα του κληρονομιαίου λόγω της παράλειψης αυτού να αποδεχθεί και τυπικά την κληρονομιά και να μεταγράψει αρμοδίως την σχετική πράξη, πράγμα που θα ήταν απαραίτητο μόνο εάν ασκούσε εμπράγματη αγωγή με βάση το κληρονομικό δικαίωμα εξ αδιαθέτου.
Έννομο συμφέρον για την άσκηση αναγνωριστικής περί κλήρου αγωγής, συνδυαζόμενης με επικαλούμενη ακυρότητα ιδιόγραφης διαθήκης, έχει και ο δανειστής του εξ’ αδιαθέτου κληρονόμου, όταν ο τελευταίος δεν ασκεί το κληρονομικό του εξ’ αδιαθέτου δικαίωμα, οπότε ο δανειστής ασκεί πλαγιαστική αγωγή του άρθρου 72 του ΚΠολΔ (ΑΠ 562/1986).
Στις περισσότερες των περιπτώσεων αμφισβητήσεις της εγκυρότητας μιας διαθήκης γεννώνται:
- Όταν αμφισβητείται η γνησιότητα του γραφικού χαρακτήρα και της υπογραφής του διαθέτη
- Όταν ο διαθέτης ήταν ανίκανος για σύνταξη διαθήκης διότι δεν ήξερε να διαβάζει ή ήταν αγράμματος, βρισκόταν υπό πλήρη δικαστική συμπαράσταση, έπασχε από ψυχική ή διανοητική διαταραχή ή ήταν ανήλικος
- Εάν δεν είχε συνταχθεί σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις όπως συμβαίνει κατά την σύνταξη μίας δημόσιας διαθήκης, εάν συντάχθηκε ενώπιον προσώπων που δεν έπρεπε κατά την σύνταξη να ήταν παρόντα, όπως είναι κάθε άλλο πρόσωπο εκτός του διαθέτη, του Συμβολαιογράφου και των μαρτύρων ή όταν ως μάρτυρας χρησιμοποιήθηκε συγγενείς του κληρονομούμενου
Η διαθήκη μπορεί να προσβληθεί και να ακυρωθεί μερικώς όταν αυτή προσβάλλει την νόμιμη μοίρα των εκ του νόμου κληρονόμων.
Δικαίωμα νόμιμης μοίρας έχουν τα τέκνα, οι γονείς και ο/η σύζυγος του αποβιώσαντος και κάθε περιορισμός τους από την διαθήκη είναι σαν να μην έχει γραφεί (ΑΚ 1829).
Προθεσμία προσβολής διαθήκης
Σύμφωνα με το άρθρο 1788 Α.Κ., η προθεσμία προσβολής διαθήκης παραγράφεται μετά από δύο έτη από τη δημοσίευση της διαθήκης.
Η διετής αυτή παραγραφή του 1788 Α.Κ. αναφέρεται μόνο σε ακύρωση ακυρώσιμης διαθήκης ή διάταξης για κάποιον από τους λόγους που προβλέπονται στα άρθρα 1782 – 1786 του Α.Κ.:
α. πλάνης του διαθέτη ως προς τα πράγματα ή ως προς το δίκαιο (πλάνη για το εάν ζει κάποιος ή πλάνη περί του ποιοί είναι οι μεριδιούχοι ή η νόμιμη μοίρα )
β. απάτης, χωρίς να περιλαμβάνονται υποκριτικές εκδηλώσεις συναισθημάτων προς τον διαθέτη
γ. απειλής, δηλαδή ψυχολογικής βίας που προκαλεί φόβο και εκθέτει τον απειλούμενο σε άμεσο και σπουδαίο κίνδυνο
δ. παράλειψης μεριδιούχου
ε. άκυρου γάμου του διαθέτη ή γάμου ο οποίος λύθηκε όσο αυτός ζούσε ή σε περίπτωση άσκησης αγωγής διαζυγίου για βάσιμο λόγο.
Στις παραπάνω περιπτώσεις ακυρώσιμης διαθήκης, με την οποία καταλείπεται περιουσιακό στοιχείο υπέρ του Δημοσίου, η προθεσμία προσβολής διαθήκης δεν είναι διετής αλλά πενταετής.
Στις υπόλοιπες περιπτώσεις το δικαίωμα προσβολής διαθήκης δεν παραγράφεται.