Οι διοικητικές προσφυγές είναι αιτήσεις προς τη Διοίκηση με τις οποίες ζητείται η επανεξέταση δυσμενούς για τον διοικούμενο διοικητικής πράξης.
Διακρίνονται στις άτυπες, των οποίων η άσκηση πηγάζει από το άρθρο 10 του Συντάγματος και ήδη θεμελιώνεται ρητώς στο άρθρο 24 ΚΔΔιαδ. και στις τυπικές που προβλέπονται και ρυθμίζονται από ειδική διάταξη νόμου (άρθρο 25 ΚΔΔιαδ).
Α. Άτυπες προσφυγές
Εάν από τις σχετικές διατάξεις δεν προβλέπεται η δυνατότητα άσκησης της κατά το άρθρο 25 ΚΔΔιαδ ειδικής διοικητικής ή ενδικοφανούς προσφυγής, τότε μπορεί να ασκηθεί, χωρίς υποχρέωση τήρησης κάποιας προθεσμίας, αίτηση θεραπείας ή ιεραρχική προσφυγή.
1. Αίτηση θεραπείας – Απευθύνεται στη διοικητική αρχή που εξέδωσε την πράξη και έχει ως αίτημα την ανάκληση ή την τροποποίηση της πράξης
2. Ιεραρχική προσφυγή – Απευθύνεται στην αρχή που προΐσταται εκείνης που εξέδωσε την πράξη και έχει ως αίτημα την ακύρωση της πράξης
Κοινές προϋποθέσεις άσκησης αίτησης θεραπείας και ιεραρχικής προσφυγής
Φύση προσβαλλομένων πράξεων: ατομικές (όχι κανονιστικές) Δεν είναι επιτρεπτή η άσκηση άτυπων προσφυγών κατά σιωπηρών πράξεων -Έννομο συμφέρον: αποκατάσταση υλικής ή ηθικής βλάβης των έννομων συμφερόντων του ενδιαφερομένου
Προθεσμία ελέγχου από τη Διοίκηση: 30 ημέρες από την κατάθεση, με την επιφύλαξη τυχόν ειδικών διατάξεων.
1. Συνέπειες από την άσκηση
α. Δικονομικές συνέπειες
– Εάν ασκηθεί εντός της προθεσμίας άσκησης του ενδίκου βοηθήματος κατά της προσβαλλομένης πράξης, επιφέρει τη διακοπή της προθεσμίας αυτής (για μία μόνο φορά) επί 30 ημέρες ή μέχρι την κοινοποίηση ή την πλήρη γνώση της απάντησης της Διοίκησης, εάν επέλθει νωρίτερα
– Μετά την παρέλευση των 30 ημερών, ξεκινά νέα προθεσμία (60 ημερών) για την άσκηση του ενδίκου βοηθήματος. – Η μη παραδεκτή άσκηση της αίτησης θεραπείας δεν διακόπτει την προθεσμία άσκησης ενδίκου βοηθήματος.
– Η άσκηση αίτησης θεραπείας κατά ενδικοφανούς προσφυγής δεν επιφέρει διακοπή της προθεσμίας άσκησης του ένδικου βοηθήματος
β. Ουσιαστικές συνέπειες
Επανεξέταση της υπόθεσης – Επί αίτησης θεραπείας: ουσιαστικός έλεγχος
– Επί ιεραρχικής προσφυγής: έλεγχος νομιμότητας (ΣτΕ 2869/2012)
2. Συνέπειες από την αποδοχή
α. Επί αίτησης θεραπείας
Ανάκληση ή τροποποίηση της πράξης (εν όλω ή εν μέρει)
β. Επί ιεραρχικής προσφυγής – Ακύρωση και αναπομπή της υπόθεσης για επανεξέταση στο αρμόδιο όργανο
Αν από τις σχετικές διατάξεις επιτρέπεται η ιεραρχική υποκατάσταση, η προϊσταμένη αρχή δεν αναπέμπει, αλλά εξετάζει η ίδια την υπόθεση.
3. Συνέπειες από τη ρητή απόρριψη
α. Επί αίτησης θεραπείας
Εκτελεστή πράξη εάν εκδίδεται μετά από νέα έρευνα επί του πραγματικού της υπόθεσης – εάν γίνεται επίκληση νέων και κρίσιμων για την υπόθεση πραγματικών στοιχείων – εάν επαναλαμβάνεται η διαδικασία έκδοσης της πράξης – εάν μεταβάλλεται η αιτιολογία της πράξης
Μη εκτελεστή (βεβαιωτική) πράξη εάν εκδίδεται χωρίς νέα έρευνα της υπόθεσης
– εάν δεν κατατέθηκαν νέα πραγματικά στοιχεία ή τα νέα στοιχεία δεν ήσαν κρίσιμα, ή τα επικληθέντα στοιχεία δεν ήσαν νέα, δηλαδή μεταγενέστερα της αρχικής πράξης
– με την επίκληση αποκλειστικά νομικών ισχυρισμών, εκτός εάν γίνεται επίκληση νέου νομοθετικού καθεστώτος
β. Επί ιεραρχικής προσφυγής
Εκτελεστή πράξη εάν εκδίδεται μετά από νέα έρευνα της υπόθεσης. Συμπροσβάλλεται με την αρχική, η οποία δεν χάνει την εκτελεστότητά της, επειδή η ιεραρχική προσφυγή επάγεται μόνον έλεγχο νομιμότητας
Μη εκτελεστή (βεβαιωτική) πράξη εάν εκδίδεται χωρίς νέα έρευνα της υπόθεσης. Προσβάλλεται παραδεκτώς μόνον η αρχική πράξη
4. Από τη σιωπηρή απόρριψη
Δεν στοιχειοθετείται παράλειψη οφειλόμενης νόμιμης ενέργειας
Β. Τυπικές προσφυγές
Προβλέπονται από νομοθετική διάταξη, η οποία ρυθμίζει τα τυπικά στοιχεία της ασκήσεώς τους και ασκούνται κατά εκτελεστών διοικητικών πράξεων αναλόγως των προβλέψεων του νόμου. Έτσι μπορεί να ασκηθούν τυπικές προσφυγές τόσο κατά κανονιστικής πράξης (όσο και κατά παραλείψεων) .
– Προβλέπεται υποχρέωση ενημέρωσης εκ μέρους της διοικητικής αρχής για τη δυνατότητα άσκησής της (άρθρο 16 § 1 ΚΔΔιαδ. βλ. όμως ΣτΕ 2644/2011: καμία διάταξη νόμου δεν επιβάλλει στη Διοίκηση την υποχρέωση να ενημερώνει τους διοικουμένους για τη δυνατότητα που έχουν να ασκήσουν κατά των νομαρχιακών πράξεων τη διοικητική προσφυγή του άρθρου 18 § 12 ν. 2218/1994 [άρθρου 69 κωδ. πδ 30/1996) ενώπιον του Γ.Γ. Περιφέρειας, καθόσον η άσκησή της συνιστά ευχέρεια του ενδιαφερομένου και όχι απαραίτητη, κατά νόμον, τήρηση προδικασίας για την παροχή δικαστικής προστασίας, όπως συμβαίνει με τις ενδικοφανείς προσφυγές).
– Σε περίπτωση αναρμοδίως ασκηθείσας ειδικής διοικητικής προσφυγής, υφίσταται υποχρέωση παραπομπής της στο αρμόδιο όργανο εντός 5 ημερών (άρθρο 25 ΚΔΔιαδ).
– Η άσκησή της διακόπτει την προθεσμία άσκησης της αίτησης ακύρωσης – Ισχύει ο κανόνας της «άπαξ ασκήσεως»
Η ειδική προσφυγή θεωρείται απορριφθείσα, αν παρέλθει η ειδικώς προβλεπόμενη προθεσμία, άλλως το 30ημερο (άρθρο 25 ΚΔΔιαδ). – η προθεσμία είναι ανατρεπτική – αποκλειστική
– Η απόφαση που εκδίδεται μετά την παρέλευση της οριζόμενης προθεσμίας είναι ακυρωτέα ως αναρμοδίως κατά χρόνο εκδοθείσα.